Representaciones

Page 3

Η εµπειρία του κολλάζ εδράζεται πάνω στην εµπειρία ενός σκληρού ορίου: συχνά γίνεται αντιληπτό ως µια ρήξη, διάρρηξη, ως ένα παράδοξο ή µια τοµή σε υποτιθέµενες κατηγορίες και κανονιστικές παραδόσεις. Ο Πικάσο, σε γράµµα του προς τον Μπράκ, το περιέγραψε ως µια πράξη προκλητική, όπου «πετάει κανείς λίγη σκόνη στα µάτια του απαίσιου καµβά µας». Κι αυτό µπορεί να κρατήσει καιρό, µπορεί η εικόνα να γίνει κάτι σαν δαιδαλώδης λαβύρινθος, τον οποίο θα πρέπει να διατρέξουµε ή να περιπλανιόµαστε µέσα του και µαζί του, χωρίς να ξέρουµε ποτέ αν και πώς θα βγούµε κάποτε. Και κάποια στιγµή ή ίσως διαρκώς, ανακαλύπτουµε µια εικόνα που είναι πάντα απολύτως ξένη. Ωστόσο, παρά τους διαχωρισµούς που επιβάλλει, τις περίεργες και συχνά απροσδόκητες συµπαραθέσεις, ένα κολλάζ µπορεί επίσης να µας προκαλέσει µια πολύ διαφορετική συνείδηση της αρµονίας των µερών του. Και πράγµατι, στην περίπτωση της Λένας Αθανασοπούλου, τα επιµέρους µέρη είναι ιδιαιτέρως σχολαστικά και τελικώς οργανικά συνδεδεµένα. Κι ενώ, κανονιστικά, στην κατηγορία του κολλάζ, η αφήγηση ποτέ δεν είναι µία -και δη γραµµική-, εδώ είναι οµοιογενής, κάτι που προκύπτει από την πολύ συγκεκριµένη στιγµή τοποθέτησης ενός συγκεκριµένου κοµµατιού πάνω στο άλλο. Οι κινήσεις και οι επιλογές λειτουργούν µεταµορφωτικά, ενώ οι µετασχηµατισµοί µοιάζουν χορευτικές κινήσεις ή σκηνοθετική χειρονοµία, γεµάτοι έκπληξη, άλλοτε µελαγχολία, αναπόληση ή φαντάσµατα του παρελθόντος και ίσως και του µέλλοντος. Ο χώρος που δηµιουργείται µέσα στους πολλαπλούς χρόνους των επιµέρους µερών των έργων είναι µια πτυχή της εµπειρίας του κολλάζ της Λένας Αθανασοπούλου, µια εµπειρία που µόνο στην αρχή γίνεται αντιληπτή µέσα από τις φορµαλιστικές της διατυπώσεις και στη συνέχεια δείχνει το δρόµο της καλής τέχνης: εκείνης που σε κάνει να ξεχνάς το µέσο, να αναζητάς επιµόνως το νόηµα που ανθίσταται και να σκέφτεσαι την αντίληψη, το στοχασµό του καλλιτέχνη. Της τέχνης εκείνης που σε κάνει να νιώθεις ότι έχεις αλλάξει γυαλιά. Το έργο της –και όχι µόνο το κολλάζ ως είδος- δεν έχει να κάνει µόνο µε το χώρο της χειρονοµίας ή το χώρο ως µια δυναµική σκηνή, αλλά και το χρόνο: εκεί η καλλιτεχνική της πράξη πράγµατι οµοιάζει περισσότερο στη θεατρική σκηνοθεσία και τον κινηµατογράφο παρά στη ζωγραφική, και δεν είναι τυχαίο ότι ασχολείται τόσο µε το βίντεο όσο και, σταδιακά, µε την περφόρµανς. Έτσι, η εικόνα, το έργο, µετατρέπεται ξανά σε σώµα, τελετουργικό σώµα, και συνδέει σε νέο χρόνο τη σκοπελίτικη φορεσιά ή µια εικόνα πυκνού δάσους µε την έτσι κι αλλιώς (από παλιά) πλαστή εικόνα µιας Θεσσαλονίκης, όπως την φαντασιώνονταν οι αποδέκτες των καρτών των δυτικών στρατευµάτων. Πράγµατι, αν το κολλάζ, ήδη από την εποχή της γέννησής του, δεν διεκδικεί πρωταρχικά το χαρακτηριστικό της σωµατικότητας, στην περίπτωση της Λένας Αθανασοπούλου νοµίζω ότι το έχει. Η σωµατικότητα αυτή δεν αφορά τη χειρονοµία του κοψίµατος και του κολλήµατος, αυτή την κίνηση που ξέρουµε πολύ καλά πια στα ψηφιακά µέσα από την ευκολία του cut-paste, αλλά αφορά τη διαχείριση των τόπων, του γυναικείου σώµατος ως ανθρώπινου προσώπου, των κρυφών του µονοπατιών, του βλέµµατος. Την ίδια στιγµή που η προσωπική διάσταση των έργων της Αθανασοπούλου είναι ισχυρή –πώς θα µπορούσε άλλωστε;- , τότε η πολιτική διάσταση αµβλύνεται πονηρά, αλλά παραµένει σταθερά εκεί: και µιλά για τις στρατηγικές της εικόνας ήδη από την εποχή της µηχανικής αναπαραγωγής των αρχών του εικοστού αιώνα, για τις στρατηγικές της χειραγώγησης του βλέµµατος –ειδικά µέσα στις σελίδες του τύπου- και την ίδια στιγµή για τις στρατηγικές της δηµιουργίας µιας νέας πραγµατικότητας –όσο πραγµατική ήταν πάντα και είναι και σήµερα, αναλογική ή ψηφιακή, φιξιόν ή όχι. Ο µετεωρισµός ανάµεσα σε µια αίσθηση πραγµατικότητας και ταυτόχρονα στη φυγή από την πραγµατικότητα και η αιώρηση στο κατασκευασµένο που γίνεται πραγµατικά φανταστικό και πάντα υπόρρητα τρυφερό και κάποτε σχεδόν µυθιστορηµατικό είναι η εµπειρία των έργων της Λένας. Και κυρίως η εµπειρία αυτή εντοπίζεται στις προσεκτικές γέφυρες που στήνει προς τις ετερότητες, που είµαστε εµείς. Το µοντάζ της, υπερβαίνοντας τη φαντασµαγορία των υπερκειµενικών στρατηγικών, συµφιλιώνει αντιφατικότητες, αποκαλύπτει ποίηση, αποκαθιστά τη χαµένη καθαρότητα και µοιάζει να επουλώνει πολλά από τα τραύµατα του Πύργου της Βαβέλ. Αυτή είναι µια ενορχήστρωση της Λένας Αθανασοπούλου, που επιτρέπει να ξαναµοιραστούν τα χαρτιά και το παιχνίδι να µπορεί να συνεχίζει. Θούλη Μισιρλόγλου Ιστορικός τέχνης - Επιµελήτρια εκθέσεων και συλλογών


Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.