Tο σχήμα που δίνει στα πράγματα η αγάπη Γράφει o Κωνσταντίνος Ν. Καρεμφύλλης
[10]
Ήταν πριν από χρόνια σ’ ένα μπουγατσατζίδικο επί της οδού Βα-
στο τραπέζι και σοκολατούχο γάλα. Κάθονταν σιωπηλοί ο ένας
σιλίσσης Όλγας στην Ανάληψη της Θεσσαλονίκης. Μπήκα μέσα
απέναντι στον άλλο, με άδεια κλειστά χαμένα στο πουθενά μά-
για να φάω κάτι, πριν συνεχίσω μια δύσκολη νύχτα. Περασμένες
τια. Έμοιαζαν σα να απολαμβάνουν το δικό τους διάστημα, κοιτά-
έντεκα, μαθητής σε μια Παρασκευή χωρίς μέλλον, με καταδικα-
ζοντας ο ένας τον άλλο με τρόπο που όλοι οι υπόλοιποι δεν θα
σμένο ξενύχτι για το υπόλοιπο της βραδιάς: την επόμενη έγραφα
μαθαίναμε ποτέ. Θα υποψιαζόμασταν ίσως κάποια βράδια, πολύ
«εφ’ όλης της ύλης». Στο μαγαζί λίγοι πελάτες, ο κουρασμένος
αργότερα, όταν θα κοιτάζαμε σε κάποιο μισοσκόταδο το δικό μας
ιδιοκτήτης και όλοι να κουβαλούν μια ιδιότυπη μορφή εγκατά-
άνθρωπο, με τρόπο που δεν θα έβλεπε άλλος κανείς. Ποτέ. Κά-
λειψης, αυτή που κάνει τους ανθρώπους να τρυπώνουν σε ένα
ποια στιγμή εκείνος σήκωσε το χέρι του και άρχισε να τη χαϊδεύει
χώρο για συνυπάρξουν - φευγαλέα έστω - με κάποιους άλλους.
στο πρόσωπο. Την άγγιζε απαλά, προσέχοντας κάθε πτυχή και
Ήταν το ίδιο αίσθημα που έστειλε και μένα εκεί: ήμουνα μόνος.
κάθε γωνία του προσώπου της. Αγαπώντας την.
Τότε τους είδα. Ένα ζευγάρι τυφλών σε μία γωνία, πιάτα με άχνη
Την έβλεπε με τα χέρια.